Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2016

Η καλύτερη θα νικήσει_

Είχα μια ιδέα.
Είχα και δεύτερη.
Και μία τρίτη.
Τις έβαλα κάτω πλάι πλάι και τις κοίταξα. Τις ξανακοίταξα. Τόσες φορές που κατέληξα στον Παρατατικό.
Τις κοίταΖα.
Είχαν ακριβώς το ίδιο μέγεθος. Ταίριαζαν απόλυτα στις διαστάσεις τους, έτσι που αν ακουμπούσα τη μία πάνω στην άλλη, τίποτα περιττό δε θα εξείχε και η μάζα τους θα έφτιαχνε μια νέα παχιά ιδέα. Την τέταρτη. Τη συνιστώσα των ιδεών. Την ΥπερΙδέα. Κι αν εσένα σε πείθει σαν καλή, εγώ την απορρίπτω. Θέλω τις ιδέες μου απλές και καθαρές. Ο συγκερασμός τους μοιάζει με ένα θολό προϊόν μιας αποδυναμωμένης πρώτης ύλης. Μπερδεύει τις λεπτές μου ιδέες. Μπερδεύει εμένα.
Άπλωσα τις τρεις ιδέες μου ξανά στο πάτωμα. Αυτή τη φορά με μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ τους όσο δύο κουβερτούρες για να αποφύγω την όποια πιθανή αλληλοεπικάλυψή τους. Κι έψαξα το δυνατό σημείο της καθεμίας.

_Η πρώτη ιδέα είχε ωραία φωνή. Ραδιοφωνική. Αφηγούταν ιστορίες καθώς ανεβοκατέβαινε επίπεδα. Που και που μουρμούριζε κι ένα σκοπό αυτοσχέδιο.

_Η δεύτερη ιδέα μπορούσε να πετάει. Μπορούσε να τσαλακώνεται και να γίνεται ξανά κολαριστή, με τέτοιο τρόπο ώστε να παίρνει την απαραίτητη ώθηση και να πετά. Είχε και μαλακή υφή. Ιδανική για κρυολόγημα.

_Η τρίτη ιδέα ήταν πράσινη. Μόνο όταν ήθελε βέβαια. Την υπόλοιπη ώρα ήταν άχρωμη. Μα σα γινόταν πράσινη ήταν μια οπτασία. Κι είχε αυτή τη δύσκαμπτη κίνηση που αρμόζει σε μια σωστή μαριονέτα.

Είχα τρεις ιδέες. Ακόμα τις έχω δηλαδή. Απλώς να, είναι που η λέξη ιδέα αναφέρεται στη στιγμή της σύλληψής της. Όσο απομακρυνόμαστε από το σημείο μηδέν, τόσο η ιδέα αλλάζει υπόσταση. Χάνει λίγη απ' την αφηρημάδα της και κερδίζει λίγη πραγματικότητα.
Περιμένω να δω ποια ιδέα μου θα πραγματοποιηθεί.